Skip to content

Υπάρχουν λόγοι να αναζητούμε το υφάδι του υπερβατικού πίσω από το στημόνι της απτής πραγματικότητας;…του Γιάννη Αλμυράντη

Η ανάδυση της συνείδησης, της αίσθησης της υποκειμενικότητας, της βίωσης της ετερότητας μεταξύ “εαυτού” και “περιβάλλοντος κόσμου”, θεωρούνται, κατά μία αντίληψη (που συνήθως εμφανίζεται ως η κατ’ εξοχήν έκφραση της σύγχρονης επιστήμης) ότι αποτελούν αποκλειστικό προϊόν της νευροφυσιολογίας του εγκεφάλου. Μάλιστα, κατά μία άποψη, κάθε τεχνητό σύστημα με ανάλογο βαθμό οργάνωσης (π.χ. ένας αρκετά ισχυρός Η.Υ. εφοδιασμένος με το κατάλληλο λογισμικό) δεν αποκλείεται να αναπτύξει, όταν κατασκευαστεί, ανάλογα χαρακτηριστικά.

Σκοπός αυτής της παρουσίασης είναι η προσπάθεια επισήμανσης ορισμένων χαρακτηριστικών της φύσης και της ανθρώπινης νόησης, τα οποία, πάντα κατά την άποψη του ομιλούντος, αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο η συνείδηση να μην αποτελεί αποκλειστικά προϊόν της νευροφυσιολογικής δομής του εγκεφάλου, αλλά να σχετίζεται ουσιαστικά με πλευρές της φύσης του κόσμου που, προς το παρόν, είναι απρόσιτες στο σύγχρονο επιστημονικό “Παράδειγμα”.

Θα ήθελα σ’ αυτό το σημείο να διευκρινίσω ότι δεν θα ασχοληθώ με το θέμα της νευροφυσιολογικής διάστασης ή του εγκεφαλικού εντοπισμού βιωμάτων που σχετίζονται με την εμπειρία του υπερβατικού, της προσευχής ή του διαλογισμού. Έχω την εντύπωση ότι σε επόμενες συζητήσεις θα βρεθούν σ’ αυτό το βήμα ειδικοί που θα πραγματευθούν αυτόν τον κύκλο θεμάτων. Θα ήθελα όμως να υπογραμμίσω ότι υπάρχει μία, θα έλεγα “απλουστευτική” αντίληψη, ότι εφ’ όσον εντοπιστεί το νευροφυσιολογικό υπόστρωμα ενός βιώματος ή μίας λειτουργίας που εντάσσεται στο πεδίο του λεγόμενου “υπερβατικού”, τούτο αυτομάτως “απομυστικοποιείται”, ή παύει να αποτελεί ανοικτό ερώτημα. Προσωπικά δεν αμφιβάλλω καθόλου ότι, όπως συμβαίνει και με κάθε άλλη εκδήλωση του ανθρώπινου νου, η οποιαδήποτε υπερβατική εμπειρία ή άλλα συναφή φαινόμενα, είναι εύλογο και αναμενόμενο ότι συνοδεύονται από αντίστοιχα πρότυπα λειτουργίας του εγκεφάλου. Ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει όταν το υπό μελέτη φαινόμενο “υπερβαίνει” την όποια υποκείμενη νευροφυσιολογία. Έτσι σε μία πρώιμη και τεχνικά πρωτοποριακή έρευνα της δεκαετίας του ’70, είχαν μελετηθεί τα επισυμβαίνοντα κατά τα Αναστενάρια της Αγίας Ελένης, μέσω φορητών εγκεφαλογράφων που έφεραν οι πυροβάτες [1] [Εικόνα 1]. Είχε μάλιστα θεωρηθεί μη αναμενόμενο το εύρημα ότι, αντίθετα με άλλες περιπτώσεις καταστάσεων έκστασης ή προσευχής, το εγκεφαλογράφημα έδειχνε κατάσταση εγρήγορσης και όχι “ρυθμού άλφα”. Όμως, το κεντρικό ερώτημα το οποίο παραμένει κατά μεγάλο μέρος αναπάντητο είναι η ανεξήγητη εμφάνιση ακαΐας (και δευτερευόντως η απουσία πόνου), ενώ μόνο ως μέσον για την απάντηση σε αυτά έχει νόημα η αναζήτηση του ενός ή του άλλου νευροφυσιολογικού ευρήματος που συνοδεύει την εμπειρία του “αναστενάρη”.

Πριν προχωρήσουμε σε μία ανασκόπηση χαρακτηριστικών περιπτώσεων “παράδοξων φαινομένων”, θα ήθελα να σταθούμε σύντομα σε μία “επιστημολογικής φύσεως” παρεξήγηση που συχνά εκδηλώνεται ως ασυγχώρητη προχειρολογία εκ μέρους πολλών υποστηρικτών της ύπαρξης του “υπερβατικού”. Έτσι το υπερβατικό περιγράφεται με όρους δανεισμένους από ένα εννοιολογικό οπλοστάσιο που ανήκει αποκλειστικά στη σύγχρονη επιστήμη και που η χρήση του μόνο σύγχυση προκαλεί.

Παραδείγματα υπάρχουν πληθώρα, όπως οι πανηγυρισμοί θεοσοφιστών του 19ου αι. για την “αποδοχή” από την δυτική επιστήμη τότε της ύπαρξης του αιθέρα ως υποθετικού μέσου διάδοσης του φωτός. Αυτοί οι μελετητές των ινδικών πρακτικών διαλογισμού ταύτισαν την έννοια του αιθέρα των φυσικών επιστημών, η οποία εξάλλου σύντομα εγκαταλείφθηκε, με ότι αυτοί ονόμαζαν ήδη “αιθέρα”, ουσιαστικά μία έννοια της ινδουιστικής ανθρωπολογίας και κοσμολογίας που ήταν προϊόν περιγραφών εμπειριών των γιόγκι. Επίσης συχνά συμβαίνει η περιγραφή φαινομένων “παρ’ αίσθησιν” ή “εξωαισθητηριακής” αντίληψης (ΕΑΑ) (Extra Sensory Perception, ESP), κυρίως του τύπου της “τηλεπάθειας”, να γίνεται με όρους μετάδοσης “δονήσεων”, “ενέργειας”, και γενικότερα με τη συνεχή χρήση εννοιών που είναι καλά ορισμένες μόνο στο πλαίσιο της δυτικής επιστήμης.

Η ύπαρξη φαινομένων ΕΑΑ είναι ίσως το τυπικότερο είδος “ανώμαλου φαινομένου” και η τεκμηρίωσή της, πιστεύω, μπορεί να οδηγήσει σε κρίση την επικρατούσα κοσμοαντίληψη. Είναι έτσι δυνατόν να οδηγηθούμε στην “υπόθεση εργασίας” ότι η συνείδηση δεν περιορίζεται στα όρια του απλού προϊόντος της νευροφυσιολογίας. Ο Alan Turing, που ως γνωστόν υπήρξε από τους σημαντικότερους μαθηματικούς – λογικούς του αιώνα μας και θεμελιωτές της θεωρίας των Η.Υ. και της “τεχνητής νοημοσύνης”, γράφει σχετικά:

“Αυτά τα ενοχλητικά φαινόμενα φαίνεται να αντιστρατεύονται όλες τις συνήθεις επιστημονικές ιδέες μας. Πόσο θα θέλαμε να αποδειχθούν αβάσιμα! Δυστυχώς, τουλάχιστον σε ότι αφορά την τηλεπάθεια οι στατιστικές μαρτυρίες είναι συντριπτικές. Είναι πολύ δύσκολο να ανασυγκροτήσουμε τις ιδέες μας ώστε να τις προσαρμόσουμε στα νέα δεδομένα. Από τη στιγμή που τα έχουμε αποδεχθεί, δεν φαίνεται να είναι και πολύ δύσκολο να καταλήξουμε να πιστεύουμε στα φαντάσματα και στους δαίμονες. Η ιδέα ότι το σώμα μας κινείται απλώς σύμφωνα με τους γνωστούς νόμους της φυσικής, μαζί με μερικούς άλλους που δεν έχουν ακόμη ανακαλυφθεί αλλα είναι κατά κάποιο τρόπο παρόμοιοι, θα ήταν από τις πρώτες που θα εξαλείφονταν. Κατά τη γνώμη μου, αυτό το επιχείρημα είναι πολύ ισχυρό. Κάποιος μπορεί να αντιτείνει ότι πολλές επιστημονικές θεωρίες εξακολουθούν να είναι χρήσιμες στην πράξη, μολονότι συγκρούονται με την ΕΑΑ, και μάλιστα ότι μπορούμε να προχωρήσουμε θαυμάσια αν την αγνοήσουμε εντελώς. Ωστόσο, αυτό το επιχείρημα δεν αποτελεί και μεγάλη παρηγοριά. Και έχω την υποψία ότι το να σκέφτεσαι (thinking) είναι ακριβώς το είδος του φαινομένου στο οποίο η ΕΑΑ μπορεί να έχει εξαιρετική σημασία.” [2]

Από τον μεγάλο όγκο ευρημάτων γύρω από ΕΑΑ που έχουν δημοσιευθεί, θα σταθώ τελείως ενδεικτικά σε μια σειρά πειραμάτων που έγιναν στο Stanford τη δεκαετία του ’70. Τούτο γιατί έχουν το χαρακτηριστικό ότι έγιναν από μία σημαντική ερευνητική ομάδα ενός πολύ καλού πανεπιστημίου και ότι δημοσιεύθηκαν στην εγκυρότερη επιστημονική επιθεώρηση, το Nature [3]. Ο “τηλεπαθητικός δέκτης” (Uri Geller) τοποθετήθηκε σε ένα θάλαμο ειδικών προδιαγραφών, με πλήρη θωράκιση στη διέλευση (μεταξύ άλλων) ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Ευρισκόταν υπό επιτήρηση καθ’όλη τη διάρκεια του πειραματισμού. Ένα μέλος της ερευνητικής ομάδας, που ήταν απομονωμένο σε αρκετή απόσταση, προσπαθούσε να φανταστεί ζωηρά ένα αντικείμενο που είχε “σκιτσαριστεί” επιτόπου, επιλεγμένο με ένα απλό πείραμα τύχης: Μέλη της ομάδας άνοιγαν σε τυχαίες θέσεις ένα λεξικό, και κρατούσαν την πρώτη λέξη που μπορούσε να απεικονιστεί. Έγιναν δέκα τέτοιες δοκιμές. Ο U.G. συγχρονισμένα, προσπαθούσε να ζωγραφίσει κάθε φορά μια δική του “εικόνα”. Όταν έκανε περισσότερες απόπειρες αυτές συρράπτονταν και θεωρούνταν ως μία. Η ομοιότητα των αντίστοιχων σκίτσων είναι εντυπωσιακή [1] [Εικόνα 2]. Θέλοντας οι πειραματιζόμενοι να εκτιμήσουν ποσοτικά τον βαθμό απιθανότητας του συμβάντος, ζήτησαν από δύο ερευνητές να αντιστοιχίσουν αμφιμονοσήμαντα (ένα με ένα) τα σκίτσα των δύο συλλογών. Και στις δύο προσπάθειες αντιστοίχισης, οι ερωτηθέντες “ζευγάρωσαν” τις εκάστοτε “αποστελλόμενες” εικόνες με τα αντίστοιχα σκίτσα του U.G. χωρίς κανένα “λάθος”. Η πιθανότητα να συμβεί αυτό τυχαία είναι P = 1/10! ή 3×10[-7].

Να σημειώσουμε ότι ο μεγαλύτερος όγκος πειραμάτων γύρω από την ΕΑΑ πραγματοποιείται κατά το πρότυπο των πειραμάτων του Αμερικανού βιολόγου και πειραματικού ψυχολόγου J.B.Rhine. Τυπικά τέτοια πειράματα παραψυχολογίας (κλάδος που ουσιαστικά ιδρύθηκε από τον Rhine), αφορούν μετρήσεις του βαθμού πρόβλεψης καρτών τύπου τράπουλας από ένα πειραματιστή χωρίς να βλέπει ή να πληροφορείται με οποιονδήποτε τρόπο την κάρτα που “ανοίγει” ένας άλλος πειραματιστής.

Πριν από 50 περίπου χρόνια ο Αμερικανός ψυχίατρος Ian Stevenson του πανεπιστημίου της Virginia εξέδωσε μια μελέτη που περιλάμβανε σημαντικό αριθμό καλά τεκμηριωμένων περιπτώσεων παιδιών, κυρίως από της Ινδίες, που ενθυμούνταν στοιχεία από τη ζωή ενός προσώπου που είχε ζήσει και πεθάνει σε απομακρυσμένη περιοχή, και που, στα πλαίσια των Ινδουιστικών δοξασιών, το παιδί μπορούσε να θεωρηθεί “μετενσάρκωση” του [4]. Ο Stevenson διευκρινίζει ότι μία παρόμοια μελέτη υποβοηθείται από την περιρρέουσα πίστη στην μετενσάρκωση και ότι τα αντίστοιχα περιστατικά στην Ευρώπη είναι αισθητά αραιότερα, ίσως λόγω αποθάρρυνσης παρόμοιων παιδικών διηγήσεων. Στην μελέτη περιλαμβάνονται μόνο περιστατικά που ένας σημαντικός αριθμός “αναμνήσεων” των παιδιών επιβεβαιώνεται από μάρτυρες που είχαν γνωρίσει τον νεκρό. Σε μία μάλιστα περίπτωση, το παιδί περιέγραψε πού πρέπει να ψάξουν για να βρουν λίγα χρήματα που είχε κρύψει εκεί “στην προηγούμενη ζωή του”, ενώ κανένα άλλο πρόσωπο δεν το γνώριζε. Σε όλες τις περιπτώσεις τα παιδιά πήγαιναν για πρώτη φορά στο χωριό του νεκρού χωρίς να έχουν προηγηθεί επαφές του παιδιού με το εκεί περιβάλλον. Η μελέτη αυτή θεωρείται σοβαρή (και από επόμενους μελετητές [5]) και έγινε τηρώντας όλες τις δυνατές προφυλάξεις.

Ο Stevenson αναφέρει ότι η μελέτη του (όπως ίσως και κάθε άλλη) δεν μπορεί να αποτελέσει “απόδειξη” της δοξασίας της μετενσάρκωσης. Αυτό που ίσως συνεισφέρει είναι σημαντικές ενδείξεις για ένα αφανές υπόστρωμα του κόσμου, όπου αναμνήσεις, γεγονότα και εμπειρίες καταγράφονται και μπορεί να ανακαλούνται από διαφορετικά πρόσωπα. Η ταύτιση μεταξύ προσώπων διαφορετικών εποχών ώστε να θεωρηθεί ότι αποτελούν διαδοχικές ενσαρκώσεις δεν φαίνεται να μπορεί μετά βεβαιότητας να συναχθεί με κανένα εμπειρικό μέσον…

Η ύπαρξη μίας δια-προσωπικού τύπου συλλογικής μνήμης φέρνει στο νου την υπόθεση της ύπαρξης του “συλλογικού ασυνειδήτου” που διατύπωσε ο C.G.Jung βάσει της κλινικής του εμπειρίας. Από τα στοιχεία που περιλαμβάνει στο έργο του, αναφέρουμε ενδεικτικά μία μόνο μαρτυρία [6]: Ένας χρόνια εγκλεισμένος σε άσυλο ψυχωσικός διηγείται στον Jung “όραμά” του, όπου ο άνεμος φαίνεται να είναι απόρροια από τον “φαλλό του ήλιου”. Ο Jung καταγράφει την περιγραφή και χρόνια μετά εκδίδεται για πρώτη φορά το τυπικό Μιθραϊκής τελετουργίας που ανακαλύφθηκε πρόσφατα, όπου εμπεριέχεται όλη η περιγραφή της γέννησης του ανέμου από τον “φαλλό του ήλιου”.

Μια και αναφερόμαστε στους θεμελιωτές της ψυχανάλυσης, αξίζει να λεχθεί ότι ο S.Freud [7] (ένας εντονότατα σκεπτικιστής, εξ ου και η ρήξη του με τον C.G.Jung) έχει γράψει μία μελέτη αφιερωμένη στα “τηλεπαθητικά όνειρα”, παρ όλο που το έκανε με δυσφορία ανάλογη με αυτήν του A.Turing. Εκεί αναφέρει περιπτώσεις όπου η ανάλυση ονείρων ασθενών του, τον οδήγησε (παρά τις γενικότερες πεποιθήσεις του) στην βεβαιότητα ότι το όνειρο υπέκρυπτε, σε ορισμένες περιπτώσεις, γνώση που δεν κατείχε ο ονειρευόμενος.

Ως τελευταία αλλά όχι ελάσσονα σε σημασία “ένδειξη” της αυθεντικότητας μαρτυριών σχετικών με το υπερβατικό, θα ήθελα να καταφύγω, στην εμπειρία των παρόντων. Θα ήθελα να ζητήσω σε καθένα από εσάς να ανακαλέσει εξαιρετικά απίθανες συμπτώσεις, όνειρα που επιβεβαιώθηκε η έντονη “προφητική” τους σημασία, ή άλλα ανάλογα φαινόμενα. Είναι εντυπωσιακά μεγάλος ο αριθμός παρόμοιων συμβάντων. Βέβαια, αμετάπειστοι σκεπτικιστές, όπως ο Richard Dawkins [8], ο Martin Gardner [9] αλλά και σεβαστοί δάσκαλοι και εκλαϊκευτές όπως ο Carl Sagan [10] έχουν ένα αντεπιχείρημα: λένε ότι για την αίσθηση του σύγχρονου ανθρώπου για το αντικανονικό κάποιων συμπτώσεων ή παράδοξων συμβάντων ευθύνεται η σημερινή έκθεσή του σε μεγάλο αριθμό συναντήσεων, γεγονότων και καταστάσεων, πολύ περισσότερων από ότι στο παρελθόν των μικρών κοινοτήτων, εκεί όπου διαμορφώθηκε κατά τον βραδύ εξελικτικό χρόνο η αίσθηση για το τι είναι αναμενόμενο και τι ανοίκειο. Πιστεύω ότι εδώ πρόκειται για ένα τυπικά just-so (κατά Kipling) επιχείρημα, δηλαδή επιχείρημα φτιαγμένο για να εξηγήσει κάτι που θέλουμε πάσει θυσία να εξηγηθεί. Άλλωστε σήμερα ο λεγόμενος ορθολογισμός μας, μας κάνει συχνά να παραβλέπουμε έως και να αγνοούμε τελείως τα παράδοξα αυτά γεγονότα, τα οποία, ακριβώς όταν οι άνθρωποι ζούσαν σε μικρές κοινότητες, με πολύ λιγότερα συμβάντα στη ζωή τους, ήσαν, από ότι διασώζουν κείμενα, ευρήματα και διηγήσεις, συνεχώς παρόντα. Άλλωστε έτσι διατηρήθηκε επί μακρούς αιώνες μία παράδοση, συχνά ανεξάρτητη από επίσημες θρησκείες και αντιλήψεις, που συνηγορούσε σε μία πέραν της αιτιότητας “συνεκτικότητα” του κόσμου, παράδοση κοινή σε όλα σχεδόν τα μήκη και τα πλάτη…

Τα παραπάνω ήταν μια σύντομη περιήγηση σε παρατηρήσεις και ευρήματα που μπορούν να χαρακτηριστούν ως ενδείξεις για την ύπαρξη μιας “αθέατης” όψης του κόσμου. Μιας όψης που εκδηλώνεται είτε υποκειμενικά μέσω του βιώματος, είτε μέσω αιτιακά ασυσχέτιστων γεγονότων (συμπτώσεων), είτε ακόμη μέσω ορισμένων “ανώμαλων” φαινομένων, κυρίως τύπου παρ’ αίσθησην αντίληψης. Θεωρώ ότι υλικό που προέρχεται από μία πληθώρα πηγών δικαιολογεί την πρόθεση, αυτό το είδος έρευνας να μην αγνοηθεί, ούτε να απαξιώνεται ως “ασύμβατο” με τις αντιλήψεις και (κυρίως) με τα αυτονόητα της σύγχρονης επιστήμης. Πιστεύω όμως ότι η όποια “βεβιασμένη” προσπάθεια ένταξης αυτού του ερευνητικού αντικειμένου στο πλαίσιο της “συνήθους” έρευνας, συνεπάγεται τη διάπραξη πλήθους μεθοδολογικών λαθών, από τα οποία τα προφανέστερα είναι τα παρακάτω:

• Η επαναληψιμότητα αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την υπαγωγή ενός τομέα εμπειρίας στο χώρο της “επιστήμης”. Η εμπλοκή της ανθρώπινης συνείδησης άμεσα ως ενεργού παράγοντα σε σχεδόν κάθε “πείραμα” ελέγχου όψεων του υπερβατικού, κάνει την αξιολόγηση τέτοιων πειραμάτων εξαιρετικά δύσκολη, αν και όχι απόλυτα αδύνατη.

• Όπως αναφέραμε πιο πάνω, ένας μεγάλος αριθμός εννοιών που συχνά χρησιμοποιούνται είτε για λόγους ευκολίας είτε στην προσπάθεια ενσωμάτωσης των παράδοξων φαινομένων στο χώρο της αποδεκτής έρευνας, είναι αφαιρέσεις και θεωρητικές κατασκευές που ανήκουν εξ’ ολοκλήρου στο πεδίο της σύγχρονης επιστήμης και έτσι μόνο σύγχυση και παρανόηση προκαλεί η χρήση τους εδώ. Η μελέτη του υπερβατικού συνεχίζει να αποτελεί πρωταρχικά πεδίο βιωματικής προσέγγισης και τα “αρχαϊκά” στοιχεία που φέρει την κάνουν εξαιρετικά δυσπρόσιτη στον θεωρητικό χειρισμό. Εν τούτοις μέρος της φαινομενολογίας του “υπερβατικού” μπορεί σε ένα βαθμό να μελετηθεί με χρήση στατιστικών μεθόδων. Επίσης, πειράματα ΕΑΑ μπορούν να συνεπικουρούνται από την σύγχρονη τεχνολογία, κατά το πρότυπο των πειραμάτων παραψυχολογίας που εκτελούνται σήμερα από ερευνητικές ομάδες σε όλο τον κόσμο. Η σύγχρονη βιολογική γνώση μπορεί να ελέγξει την αντικειμενικότητα ευρημάτων σχετικών με τη αποτελεσματικότητα παραδοσιακών θεραπευτών. Τέλος, σε ένα βραδύ χρόνο (παρ’ όλο που σήμερα πολλοί το αμφισβητούν) ίσως κάποιες έννοιες που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της σύγχρονης μικροφυσικής μπορεί να προάγουν την κατανόηση όψεων του υπερβατικού (όπως η έννοια της μη-τοπικότητας, η αρχή της συμπληρωματικότητας κ.α.).

Ως γνωστόν, η επιστήμη προχωρεί, σε πολύ μεγάλο βαθμό, μέσω ορισμένων συμβάσεων καθολικής αποδοχής από την επιστημονική κοινότητα. Έτσι, η προσθήκη νέας γνώσης γίνεται μέσω της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων των ερευνητικών ομάδων σε διεθνή, έγκυρα περιοδικά, των οποίων οι κριτές δεν αμφισβητούν τα βασικά βήματα στην τέλεση των πειραμάτων ούτε στην εκτέλεση των υπολογισμών ούτε γενικότερες μεθοδολογικές συμβάσεις. Το “πλαίσιο συμβάσεων” αυτού του είδους δεν έχει ακόμη οικοδομηθεί στο χώρο της μελέτης του “paranormal”, και εν γένει σ’ αυτό που θα λέγαμε “μελέτη του υπερβατικού”. Ίσως ένας τρόπος να οικοδομηθεί αυτό το “consensus”, παράλληλα με την εκπόνηση προσεκτικών πειραματικών μελετών, (όπως αυτές που πραγματοποιούνται γύρω από φαινόμενα τύπου ΕΑΑ), θα ήταν να αναληφθεί συστηματικά το εγχείρημα τεκμηρίωσης “ανώμαλων” φαινομένων / ιδιοτήτων μέσω ανάλυσης δεδομένων που είναι δημοσίως διαθέσιμα όπως ληξιαρχικά δεδομένα, ιστορικά αρχεία κ.α. Εάν η επιστημονική κοινότητα γίνει πιο θετική και οι μελετητές των φαινομένων που συνδέονται με το υπερβατικό συνειδητοποιήσουν τις σοβαρές εγγενείς δυσκολίες που ενέχει το εγχείρημά τους, είναι πιθανόν να ανοίξουν νέοι δρόμοι στην κατανόηση της βαθύτερης φύσης του ανθρώπου και του κόσμου.

Τελειώνοντας θα ήθελα να αναφέρω και ένα λόγο για τον οποίο ίσως να μην έπρεπε να κάνω αυτή την παρουσίαση, και εν γένει (ίσως θ’άπρεπε) να μην ασχολούμαστε με όλα αυτά. Φίλοι, των οποίων την άποψη πάντα εκτιμώ, συχνά σοφότεροι από εμένα, παρ’ όλο που κάποιοι εξ’ αυτών διαθέτουν εμπειρίες του είδους που περιέγραψα παραπάνω, εξακολουθούν να θεωρούν “πίθο των Δαναΐδων” κάθε προσπάθεια προσέγγισης, με μεθοδολογία ή μέσα της σύγχρονης επιστήμης, εκείνων των πλευρών του κόσμου που άπτονται του “επέκεινα”. Μου παρουσίασαν ως επιχείρημα γι αυτό την αδυναμία ύπαρξης απόλυτης απόδειξης του “paranormal”. Με αυτό βέβαια συμφωνώ: π.χ. ακόμη και το πλέον απίθανο όνειρο πρόβλεψης μπορεί να θεωρηθεί ως μία σπάνια αλλά όχι αδύνατη σύμπτωση. Επιστρατεύθηκε και ο περίφημος αφορισμός της έβδομης θέσης των Tractatus του L.Wittgenstein [11]: “Για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς, για αυτά πρέπει να σωπαίνει”. Ίσως και να είναι έτσι. Παρ’ όλο που ο Λόγος δεν περιορίζεται μόνο στον “προτασιακά” δομημένο λόγο της αναλυτικής φιλοσοφίας, πιθανόν ότι κι αν πούμε για τα προαναφερθέντα φαινόμενα να είναι ελλιπές. Όμως, νομίζω ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να σιωπήσουμε. Αν η ύπαρξη του “υπερβατικού” δεν είναι μία αυταπάτη του ανθρώπινου είδους που διαρκεί επί χιλιετίες, πρέπει να έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην ίδια την γένεσή του. Πρέπει να είναι ένας άδηλος παράγων που συνέχει όλη την ιστορική πορεία του. Ίσως ακόμη και τη βιολογική εξέλιξη. Σήμερα με τις τεχνολογικές δυνατότητες που έχουμε αναπτύξει, τις λοιπές δυνατότητες και ταυτόχρονα κινδύνους που είναι “προ των πυλών” και τα συνεπαγόμενα υπαρξιακά αδιέξοδα, ο άνθρωπος, έτσι κι αλλιώς, στρέφεται στο ανορθολογικό με ένα μαζικό και κάποτε αγοραίο τρόπο (το στυλ “new age” συχνά εκπίπτει σε κάτι τέτοιο). Κάθε συγκροτημένο και στοχαστικό ανάλογο εγχείρημα, ενδεχομένως θα ανοίξει δρόμους που σήμερα μπορεί να μην είναι καν ορατοί. Αν η εποχή μας για να αντεπεξέλθει στις κρίσεις της καλείται να είναι μία εποχή συνθέσεων, ίσως ακόμη και μια σύγκλιση (μακράν από προχειρότητες και κενολογίες) ανάμεσα σε όψεις της σύγχρονης επιστήμης και της χιλιόχρονης παράδοσης δεν είναι “μωρία”. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι κορυφαίοι φυσικοί αλλά και άλλοι σύγχρονοι συγγραφείς έχουν υπαινιχθεί κάτι τέτοιο, όπως οι Ε. Schrodinger, W. Pauli [12], A. Koestler [13], P. Fayerabend [14] για να αναφέρουμε ενδεικτικά μόνο κάποια ονόματα.

Πιθανότατα, μόνο ένα ελάχιστο μέρος του φάσματος των φαινομένων που εντάσσονται σε αυτό αποκαλούμε “υπερβατικό” να μπορεί να μελετηθεί με μεθοδολογίες συγγενείς με αυτές της σημερινής επιστήμης. Ίσως ο πυρήνας του να συνεχίσει να είναι προσιτός μόνο στη βίωση. Για παράδειγμα, ορισμένες από τις συμπτώσεις που συμβαίνουν στη ζωή καθενός από εμάς ή κάποιες διαισθήσεις ή όνειρα που “επαληθεύονται”, έχουν μία συνταρακτική ενάργεια για κάποιους, όμως η μοναδικότητά τους τα κάνει απρόσιτα σε κάθε μορφή ανάλυσης. Αφ’ ετέρου ο συστηματικός πειραματισμός π.χ. με πρόβλεψη καρτών, κατά το πρότυπο των πειραμάτων του Rhine, ακόμη και όταν δίνουν μια στατιστικά σημαντική απόκλιση από την τυχαιότητα, φαίνονται μόνο σαν μια χλωμή καρικατούρα των προηγούμενων, καθώς τους λείπει η νοηματοδοτούσα πλευρά.

Ωστόσο, ο συνδυασμός των όσων αναφέρθηκαν, δηλαδή: (I) σπάνιες συμπτώσεις και ενοράσεις που κάποτε μας συμβαίνουν, (II) παραψυχολογική και συναφής πειραματική έρευνα και (III) ανάλυση δημόσια διαθέσιμων δεδομένων, φαίνεται ήδη να διαμορφώνουν ως νόμιμη υπόθεση εργασίας το ότι το νόημα ενδεχομένως να εγκατοικεί και έξω από τα όρια του οστέινου κελύφους που περιβάλλει τον εγκέφαλό μας. Τούτο είναι αναμφισβήτητα ένα από τα εκπληκτικότερα συμπεράσματα η έστω υποψίες όπου θα μπορούσε να οδηγηθεί η επιστήμη σήμερα.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1]: Για σχετική συζήτηση και βιβλιογραφία βλ. L.M.Danforth “Τα αναστενάρια της Αγίας Ελένης, Πυροβασία και θρησκευτική θεραπεία”, εκδ. Πλέθρον, 1995.
[2]: A.Turing “Υπολογιστικές μηχανές και νοημοσύνη”. Περιλαμβάνε-ται στο: “Το Εγώ της νόησης” Συλλογή Δοκιμίων από τους D.R.Hofstadter και D.C.Dennett, εκδ. Κάτοπτρο.
[3]: R.Targ & H.Puthoff (1974) Information transmission under condi-tions of sensory shielding. Nature, 251, 602-607.
[4]: I.Stevenson “Αποδείξεις επιβιώσεως από αναμνήσεις προ-ηγουμένων ενσαρκώσεων”, εκδ. Βιβλιοθήκη Νέας Εποχής, 1964.
[5]: S.T.Chary “Η έρευνα της μετενσάρκωσης”. Περιλαμβάνεται στη συλλογή δοκιμίων: “Η παραψυχολογία σήμερα”, εκδ. Ωρόρα, 1990.
[6]: C.G.Jung “Αναμνήσεις, σκέψεις, όνειρα”, εκδ. Σπαγειρία, 1992.
[7]: S.Freud “Όνειρο και τηλεπάθεια”, εκδ. Επίκουρος, 1983.
[8]: R.Dawkins “(Ξε-) υφαίνοντας το ουράνιο τόξο”, εκδ. Π.Τραυλός, 2000.
[9]: M.Gardner “Fads & fallacies in the name of science”, ed. Dover, 1957.
[10]: C.Sagan “Στοιχιωμένος κόσμος”, εκδ. Έσοπτρον, 1998.
[11]: L.Wittgenstein “Tractatus Logiko-Philisiphicus”, εκδ. Παπαζήση, 1978.
[12]: W.Pauli “Der Einfluss Archetypischer Vorstellungen auf die Bildung Naturwissenschaftlicher Theorien bei Kepler” in: Jung-Pauli “Naturerklarung und Psyche” studien aus dem C.G. Jung-Institut, Zurich, IV, 1952.
[13]: A.Koestler “Οι ρίζες της σύμπτωσης”, εκδ. Χατζηνικολή, 1974.
[14]: P. Fayerabend “Γνώση για ελεύθερους ανθρώπους”, εκδ. Σύγ-χρονα Θέματα, 1986.

 

Ο Γιάννης Αλμυράντης είναι:

Διευθυντής Ερευνών, Εργαστήριο: Θεωρητικής Βιολογίας και Υπολογιστικής Γονιδιωματικής

Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών “Δημόκριτος” Ινστιτούτο Βιοεπιστημών & Εφαρμογών

 

ΠΗΓΗ: delphisociety.org

 

 

This Post Has 0 Comments

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back To Top