Skip to content

Συμπληρώνονται εφέτος 111 χρόνια από την γέννησή του και 84 από τότε που έχοντας πατήσει τα 27 χρόνια της ζωής του ο ελεγειακός Μίνως Ζώτος μας κληροδότησε στίχους γεμάτους απλότητα, ρεαλισμό, έρωτα και θάνατο.

Τον συγκαταλέγω ανάμεσα στους μεγάλους, άγνωστους, ποιητές. Καταδικασμένος από το κατεστημένο της εποχής του στον διά της λήθης θάνατο τη ποίησή του διατρέχει η ουσία της εποχής του. Τεράστια η απόκλιση των δύο εποχών, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά, αλλά και από πλευράς ευμάρειας, ηθικών φραγμών και προκαταλήψεων.

Η αγάπη, ο έρωτας, η φύση ενυπάρχουν σε κάθε στροφή της ποίησής του. Ο πεισιθάνατος έρωτας αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού του, τον απασχολεί αδιάλειπτα, τον ανυψώνει στα μεσούρανα και τον καταβαραθρώνει στον πυρετό του κωχ. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας τον οδηγεί και μας οδηγεί σε στενωπούς και δυσπρόσιτα μονοπάτια, ανασύρονται ολόκληρες παραστάσεις, στήνοντας χορούς δαιμονικών συναισθημάτων, και χρωμάτων μιας οργιώδους φαντασίας, νεανικής τρέλας και αρρωστημένης έξαψης.

Ακολουθούμε το ταξίδι του αγόγγυστα χωρίς μονότονους βαρύθυμους ρυθμούς. Κάθε πτυχή της ποίησης του διαχρονική και όχι εφήμερη κι αναλώσιμη, υπηρετεί και διαιωνίζει συναισθήματα, εικόνες και αξίες, αποτυπώνοντας ρεαλιστικά όσα ανέκαθεν απασχολούν τους σκεπτόμενους κάθε εποχής. Μας εξιτάρουν και για ούτε μια στιγμή φαίνεται πως οι καιροί τον προσπερνούν, αλλά αντίθετα ο ίδιος βρίσκεται μπροστά και προσμένει.

Είναι αλήθεια, ότι στα ποιήματά του υπάρχει η μελαγχολία, και βασιλεύει η νοσταλγία. Πολλές φορές συμβαδίζουν συμπορεύονται στις προσεκτικά επιλεγμένες λέξεις του, στους αριστοτεχνικά διατυπωμένους στίχους του και στις γεμάτες πόνο, ελπίδα και κραυγή στροφές του. Μα να είστε βέβαιοι πως χωρίς μελαγχολία και νοσταλγία δύσκολα γράφεται ποίηση και ακόμη πιο δύσκολα εδραιώνεται ο ποιητής στην ποιητική συνείδηση και στο πάνθεον των αθανάτων.

Είναι και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά πηγές της έμπνευσης του. Είναι πράγματι η πηγή των συναισθημάτων που ξεχειλίζοντας προβάλλουν από ‘κει ότι ένας άνθρωπος θα νιώσει και αμέτρητες ζωντανές εικόνες ξεχειλίζουν στον καμβά της ψυχής μας. Αν δεν νοσταλγήσεις δεν θα θυμηθείς, αν δεν μελαγχολήσεις δεν θα εκτιμήσεις, δεν θα πονέσεις, δεν θα παραδειγματιστείς. Όσο κι αν φαίνονται απαισιόδοξα αυτά τόσο ταυτόχρονα εξελίσσονται σε οδηγό για κάτι καινούριο, και στον ποδηγέτη της αισιοδοξίας και του μέλλοντος.

 

Διαβάζοντας την ποίηση του έναν αιώνα μετά ταυτιζόμαστε με όσα γράφει. Αναντίρρητα αυτό είναι το μεγαλείο του έργου του και το έντονο χαρακτηριστικό πως παραμένει επίκαιρος δυνατός και τολμώ να πω σύγχρονος.

Τι κι αν εκφράζεται με στίχους ομοιοκατάληκτους, τι κι αν δεν έφτασε στην πλήρη ποιητική του ωριμότητα, τι κι αν τον καταβάλει η καθημερινότητα και ο βιοπορισμός και η μιζέρια που στην καρδιά του μπήκε ο Μίνως ήταν και είναι στις μέρες μας το Ρον Ρον που από τη στέγη του ουρανού αργοσταλάζει ακόμα μονότονα και θλιβερά στη σκέψη και στο πνεύμα μας της ζωοδόχου βροχής το αίσθημα της πλήξης του ατελευτητου ΧΡΟΝΟΥ.

 

 

Ρον, ρον από τη στέγη μας αργοσταλάζει ακόμα

κι ας έπαψε ώρα ο θόρυβος των βρόχινων νερών.

Ρον, ρον δε στάει μονότονα και θλιβερά στο χώμα,

μόνο χτυπάει στα στήθη μου την πλήξη των ωρών.

 

Ρον, ρον γερόντοι ξερογούν αναγυρτοί στο στρώμα

το κομπολόι των ύστερων πικρών τους ημερών.

Ρον, ρον μουσκεύουν στο νερό και δεν τους φεύγει η βρώμα

μέσα στα κρύα τους μνήματα τα κρέατα των νεκρών.

 

Πού ’ναι η αγάπη, που ’κλωθε, πουλάκια, τα όνειρά μου;

Ω, Θε μου, αυτό το νεύριασμα κι αυτή η κακοκεφιά,

αυτή η μιζέρια πώς θα βγει που μπήκε στην καρδιά μου;

 

Ω! Ας έβγαινε ήλιος να ’σπαζε τη σκούρα συννεφιά,

γιατί ένας μαύρος δαίμονας τους ουρανούς ορίζει

κι όλο του κόσμου το αίσθημα στην υγρασία σαπίζει.

Back To Top