Σημείωμα περί της οργανώσεως υπευθύνου Αποστολής περιθάλψεως και αποκαταστάσεως των προσφύγων εις Μικράν Ασίαν, εις Θράκην…
Αναζητώντας αγαλλίαση και έλεος (του Μ. Μεταξά)
Της είπα βιαστικά να ετοιμαστεί. Έπρεπε να βρεθούμε στον τόπο του μεγάλου κακού. Πήρα την φωτογραφική μου μηχανή και γρήγορα, μα βαρύθυμα, φτάσαμε στο Μάτι. Ακόμα κάπνιζαν, μετά από 15 ώρες, τα χώματα και τα κουφάρια σπιτιών, αμαξιών και δέντρων.
Το μικρό μου σκουτεράκι διόλου δεν βαρυγκώμησε και πιο πολύ η κόρη μου.
- Φωτογράφισε αυτό, και εκείνο, της έλεγα κι εκείνη με ερασιτεχνική μαεστρία έκανε την μηχανή να κελαηδά τα πύρινα κλικ της.
- Δες την μάντρα πως άνοιξε, τα λιωμένα καλώδια, δες τα μέταλλα των αμαξιών και κείνη την φραγκοσυκιά που αφυδατώθηκε σαν μούμια μου έδειχνε, με μια υπόνοια τύψης.
Φανταζόμασταν τους δύστυχους συνανθρώπους μας. Εξαϋλώθηκαν έγραψαν οι ειδήμονες κονδηλοφόροι. Απανθρακώθηκαν πλήρως είπαν στα κανάλια. Δεν ξέρω αν πράγματι λυπήθηκαν, αν σοκαρίστηκαν από το θέαμα ή πωλούσαν με την οκά τα κακά μαντάτα ή έχτιζαν το επαγγελματικό τους προφίλ;
Εμείς σιωπηλοί αποτυπώναμε στο κακό την δυστυχία του πολιτισμού μας, απαθανατίζαμε τον πόνο και την καταστροφή των πραγμάτων. Δεν αναζητούσαμε το έμψυχο. Δεν θέλαμε να καταγράψουμε το ανθρώπινο δράμα ή την απόγνωση των ζώντων. Γι’ αυτό και δεν μαύρισε το βλέμμα μας, ούτε η καρδιά μας το απόγευμα αυτής της Τρίτης. Δεν λυπηθήκαμε, ούτε νιώσαμε οίκτο. Δεν κλάψαμε, ούτε δακρύσαμε. Γιατί είμασταν αποσβολωμένοι και τριγυρνούσαμε στις απονεκρωμένες γειτονιές της πυρπολημένης πόλης και αναζητούσαμε με αγωνία να ανακαλύψουμε κάτι που θα μας έκανε να νοιώσουμε αγαλλίαση ή έλεος. Όμως ούτε την αγαλλίαση ούτε το έλεος ανακαλύψαμε αφού είχαν χαθεί για πάντα στο λιωμένο μέταλλο των οικοδομών και των αμαξιών, αφού είχαν ταφεί στην στάχτη και στη σκόνη, και στο σκοτεινό πέπλο από άνθρακα που σαν να έντυσε τη νύφη για το μεγαλειώδες ταξίδι της το τελευταίο.
Αναζητούσαμε εκείνο που θα εξάγνιζε την μνήμη μας. Ξέραμε πως παρότι ο άνεμος έπνεε μέσα στο καρβουνιασμενο τοπίο και έφερνε στα ρουθούνια μας την κάπνα του θανάτου, πως παρότι θρόιζε ανάμεσα στα απογυμνωμένα κατακαμένα κλαδιά, αυτή η πνοή ξέραμε πως ήταν το μοιρολόι της ζωής και ο μόνος εξαγνισμός η επιβεβαίωση ότι ο κόσμος μας ΠΟΤΕ δεν ήταν όμορφος κι αγγελικά πλασμένος μα τραγικά ανήθικος και έξυπνα καμένος.
This Post Has 0 Comments